Συνήθως πίσω από ένα συναρπαστικό σενάριο βρίσκεται μια πραγματική ιστορία, ένας αληθινός χαρακτήρας που δοκίμασε τα όριά του. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν όσες ταινίες πρωταγωνίστησαν στις φετινές υποψηφιότητες των Όσκαρ.Οι δημιουργοί τους στράφηκαν σε πρόσωπα της αμερικανικής Ιστορίας και σε πολύκροτες υποθέσεις σκανδάλων, φροντίζοντας φυσικά το αποτέλεσμα να ανταποκρίνεται στα χολιγουντιανά πρότυπα, για δράση, ανατροπές και ισχυρές συγκινήσεις.
Το οσκαρικό φαβορί «Οδηγός διαπλοκής» του Ντέιβιντ Ο’ Ράσελ αντλεί τη δυναμική των χαρακτήρων του από την πραγματική υπόθεση του σκανδάλου Abscam που είχε συγκλονίσει την αμερικανική κοινή γνώμη τη δεκαετία του ’70.
Ήταν μια από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις του FBI με στόχο το μαύρο πολιτικό χρήμα και τη διαφθορά. Οι Ομοσπονδιακοί Τζον Γκουντ και Άντονι Αμορόσο συνεργάστηκαν με έναν απατεώνα, τον Μελ Γουέινμπεργκ και δημιούργησαν μια πλασματική εταιρεία, με επικεφαλής έναν δήθεν Άραβα Σεϊχη, ο οποίος δωροδοκούσε αξιωματούχους με αντάλλαγμα πολιτικές χάρες…
Η περιπέτεια της δημιουργίας της ταινίας «Οδηγός διαπλοκής» ξεκίνησε όταν ο σεναριογράφος Έρικ Γουόρεν Σίνγκερ, πλησίασε τους παραγωγούς Ρίτσαρντ Σακλ και Τσαρλς Ρόβεν για να φτιάξουν μια ταινία με θέμα το σκάνδαλο Abscam. To σενάριο που ήδη είχε γράψει βρισκόταν στην περίφημη Black List.
Χρειάστηκε η καθοριστική συμβολή του σκηνοθέτη Ντέβιντ Ο’ Ράσελ για να αλλάξουν τα πράγματα: πρότεινε μια νέα προσέγγιση, να μην εστιάσει τόσο πολύ στο σκάνδαλο αλλά να εμπιστευτεί τη φαντασία του για να δημιουργήσει τους χαρακτήρες που ερμηνεύουν οι Κρίστιαν Μπέιλ (υποψήφιος για Όσκαρ πρώτου ανδρικού ρόλου) , Τζένιφερ Λόρενς (υποψήφια για Όσκαρ δεύτερου γυναικείου Ρόλου), Μπράντλεϊ Κούπερ (υποψήφιος για Όσκαρ δεύτερου ανδρικού ρόλου) και Έιμι Άνταμς (υποψήφια για Όσκαρ πρώτου γυναικείου ρόλου).
Αυτοβιογραφικές καταγραφές στη μεγάλη οθόνη
Μια μελανή σελίδα στην προ-εμφυλιακή περίοδο της Αμερικανικής ιστορίας, αποτέλεσε η περιπέτεια του Σόλομον Νόρθαπ (1808-1863), ενός ελεύθερου αφρο-αμερικού που πουλήθηκε στα σκαβοπάζαρα του αμερικανικού Νότου, παραμένοντας υπόδουλος για 12 χρόνια.
Ο σεναριογράφος Τζον Ρίντλεϊ αξιοποίησε τα συγκλονιστικά απομνημονεύματα του Νόρθαπ, ενώ ο σκηνοθέτης της ταινίας «12 χρόνια σκλάβος», ο Στιβ Μακ Κουίν βρήκε την κατάλληλη χρονική συγκυρία για να συστήσει τον ήρωα στο κινηματογραφικό κοινό, αφού το 2013 ήταν η επέτειος των 160 χρόνων από την απελευθέρωση του Νόρθαρ.
Όπως έχει δηλώσει ο Στιβ Μακ Κουίν, ούτε ο ίδιος γνώριζε αυτή τη συγκλονιστική προσωπική οδύσσεια του Νόρθαπ: «Στην πραγματικότητα μου φαίνεται απίστευτο που δεν γνώριζα για την ύπαρξη της ιστορίας. Πως ήταν δυνατόν; Επίσης οι περισσότεροι Αμερικανοί που ξέρω δεν γνώριζαν την ύπαρξη της συγκεκριμένης ιστορίας.
Είναι για μένα τόσο σημαντική για την Αμερικάνικη Ιστορία, όσο Το Ημερολόγιο της Άννας Φρανκ για την Ευρωπαϊκή Ιστορία – ένα αξιοσημείωτο ταξίδι ενός ανθρώπου στα άδυτα μιας εκπληκτικής αποκτήνωσης! Όλοι νομίζουν ότι γνωρίζουν καλά την Αμερικάνικη Ιστορία κατά την περίοδο εκείνη, όμως έχω την εντύπωση ότι το μεγαλύτερο κομμάτι της ταινίας θα αφήσει έκπληκτους πολλούς ανθρώπους, όπως ακριβώς έκανε και με μένα. Ένιωσα ότι είναι τιμή και προνόμιο για μένα να αναλάβω να κάνω αυτή την ταινία, φέρνοντας το κοινό μπροστά σ’ αυτή τη μοναδική ιστορία».
Κάπως έτσι οδηγηθήκαμε στις υποψηφιότητες για Όσκαρ των πρωταγωνιστών του αντιρατσιστικού αυτού δράματος: ο Τσιούτελ Ιτζίοφορ, ο κινηματογραφικός Νόρθαπ (υποψήφιος για όσκαρ πρώτου ανδρικού ρόλου), ο Μάικλ Φασμπέντερ στο ρόλο του δυνάστη του (υποψήφιος για Όσκαρ δεύτερου ανδρικού ρόλου), αλλά και η Λουπίτα Νιόνγκ’Ο (υποψήφια για Όσκαρ δεύτερου γυναικείου ρόλου) απέδειξαν ότι όταν η Ιστορία διαθλάται μέσα από το προσωπικό δράμα, μπορεί να βρει μια πετυχημένη αποτύπωση στη μεγάλη οθόνη.
Ο Λεονάρντο Ντι Κάπριο, ο οποίος έχει μπει δυναμικά και στο κομμάτι της κινηματογραφικής παραγωγής κυνήγησε με πάθος να αποκτήσει τα δικαιώματα της αυτοβιογραφίας του Τζόρνταν Μπέλφορτ (το εν λόγω βιβλίο κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδ. Πατάκη με τίτλο «Ο Λύκος της Γουόλ Στριτ») γιατί είχε «μυριστεί» ότι η άνοδος και η πτώση ενός χρηματιστή της Γουόλ Στριτ αποτελεί ένα ελκυστικό θέμα για κινηματογραφική αφήγηση.
Πόσο μάλλον, όταν συμμετέχει και ο μάγος Σκορσέζε. Το 2007 ο Λεονάρντο Ντι Κάπριο απέκτησε τα δικαιώματα του βιβλίου, μετά από μια περιπετειώδη «δημοπρασία» με αντίπαλο τον Μπραντ Πιτ.
Ο Σκορσέζε πάλεψε με τις υπαναχωρήσεις της Warner Bros, μέχρι να ξεκινήσει τα γυρίσματα. Πολλά από τα ονόματα των πραγματικών χαρακτήρων που βρίσκονταν στο περιβάλλον του Μπέλφορτ ή συντέλεσαν στην αποκάλυψη των παρανομιών του άλλαξαν. Η ταινία σκιαγράφησε τις καταχρήσεις και την εποχή της χρηματιστηριακής τρέλας, με τόσο ζωηρά χρώματα, ώστε ο Σκορσέζε κατηγορήθηκε πως ουσιαστικά προβάλλει τον αντι-ήρωά του ως πρότυπο…
Ωστόσο ο ίδιος μαζί με τον σεναριογράφο της ταινίας, τον Τέρενς Γουίντερ και τους πρωταγωνιστές Λεονάρντο ντι Κάπριο και Τζόνα Χιλ, κατόρθωσαν να πάρουν το «εισιτήριο» για τις υποψηφιότητες των Όσκαρ.
Τα μεγάλα στούντιο συνεχίζουν να έχουν τις κεραίες τους τεντωμένες για να εξασφαλίσουν τα δικαιώματα μπεστ σέλερ αυτοβιογραφικών βιβλίων.
Για παράδειγμα, η περιπέτεια «Captain Phillips» του Πολ Γκρίνγκρας, με πρωταγωνιστή τον Τομ Χανκς που διεκδικεί μεταξύ άλλων τα Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας, Προσαρμοσμένου Σεναρίου και Δεύτερου ανδρικού ρόλου για τον Μπαρκχάντ Αμπντί, είναι βασισμένη στα απομνημονεύματα του καπετάνιου Ρίτσαρντ Φίλιπς, («A Captain's Duty : Somali Pirates, Navy SEALs, and Dangerous Days at Sea»), ο οποίος είχε πιαστεί αιχμάλωτος από Σομαλούς πειρατές.
Μόλις είχε κυκλοφορήσει το βιβλίο του το 2010, η Sony Pictures έσπευσε να εξασφαλίσει τα δικαιώματα της κινηματογραφικής μεταφοράς του. Η πραγματική περιπέτεια του Ρίτσαρντ Φίλιπς το 2009 είχε προκαλέσει αίσθηση στην αμερικανική κοινή γνώμη, αφού το το «Maersk Alabama» ήταν το πρώτο, μετά από πολλά χρόνια, αμερικανικό φορτηγό πλοίο που χτυπήθηκε από πειρατές.
Ο σεναριογράφος Μπίλι Ρέι, διάσημος και από τη δουλειά του στο μπλοκμπάστερ «Αγώνες Πείνας», μετέφερε με μαεστρία τα πραγματικά γεγονότα σε μια περιπέτεια γεμάτη σασπένς, κερδίζοντας μια υποψηφιότητα για Όσκαρ.
Το «Dallas Buyers Club» του Ζαν Μαρκ Βαλέ, με τους εκπληκτικούς Μάθιου Μακ Κόναχι και Τζάρεντ Λέτο (υποψήφιοι για Όσκαρ πρώτου και δεύτερου ανδρικού ρόλου για τις ερμηνείες τους) είναι το πορτρέτο ενός οροθετικού, του Ρον Γούντρουφ, o οποίος ήρθε σε σύγκρουση με τις αμερικανικές αρχές επειδή πολλά φάρμακα που ενδεχομένως μπορούσαν να βελτιώσουν την κατάστασή του, θεωρούνταν παράνομα.
Τον Γούντρουφ, έναν ομοφοβικό Τεξανό υποδύεται ο Μάθιου Μακ Κόναχι (υποψήφιος για Όσκαρ πρώτου Ανδρικού Ρόλου), ενώ τον τρανσέξουαλ με τον οποίο υποχρεώνεται να συνεργαστεί, έναν χαρακτήρα που είναι καθαρά προϊόν μυθοπλασίας, υποδύεται ο Τζάρεντ Λέτο (υποψήφιος για Όσκαρ δεύτερου ανδρικού ρόλου).
Λίγες εβδομάδες πριν υποκύψει στην ασθένειά του ο πραγματικός Γούντρουφ, το 1992, έδωσε μια σειρά συνεντεύξεων στον συν-σεναριογράφο της ταινίας, τον Κρεγκ Μπόρτεν και τού επέτρεψε να έχει πρόσβαση στα ημερολόγιά του. Ο Μπόρτεν έγραψε τουλάχιστον δέκα διαφορετικές εκδοχές του σεναρίου και δυσκολεύτηκε να βρει οικονομική υποστήριξη στο εγχείρημά του.
Επέλεξε να μην συμπεριλάβει την κόρη και την αδελφή του Γούντροφ στην κινηματογραφική διασκευή της ιστορίας, προκειμένου να επικεντρωθεί στο βασικό χαρακτήρα. Το αποτέλεσμα τον δικαίωσε καθώς η ταινία έχει λάβει διθυραμβικές κριτικές και αναμένεται να αποτελέσει τη μεγάλη έκπληξη στη βραδιά των Όσκαρ.
Ο Στίβεν Φρίαρς, κινούμενος ανάμεσα στην κωμωδία και το δράμα, με την ταινία του «Philomena», έδωσε κινηματογραφική ζωή στην αληθινή έρευνα του δημοσιογράφου Σίξσμιθ, o ο οποίος θέλησε να βοηθήσει μια μητέρα να επανασυνδεθεί με τον χαμένο γιο της, τον οποίο είχε υποχρεωθεί να δώσει για υιοθεσία.
Το υποψήφιο για Όσκαρ σενάριο των Στιβ Κούγκαν και Τζεφ Πόουπ αξιοποιεί το βιβλίο του Σίξσμιθ «Το χαμένο παιδί της Φιλομένα Λι» που αποτυπώνει την πενηντάχρονη αναζήτηση της Φιλομένα, να βρει τον γιο της. Η ταινία επανέφερε στο προσκήνιο μια σειρά αμφιλεγόμενων υιοθεσιών στην Ιρλανδία και το ρόλο της Καθολικής Εκκλησίας σε αυτές.
Πολλές ακτιβιστικές οργανώσεις που ενδιαφέρονταν να ρίξουν φως σε αυτό ζήτημα χρησιμοποίησαν το έργο του Φρίαρς ως επικοινωνιακή προμετωπίδα στον αγώνα τους. Η Τζούντι Ντεντς, στο ρόλο της Φιλομένα είναι υποψήφια για Όσκαρ πρώτου γυναικείου ρόλου, ενώ ο Κούγκαν, ο οποίος πρωταγωνιστεί στο πλευρό, της μπορεί να ελπίζει μετά τη βράβευση του σεναρίου στο Φεστιβάλ Βενετίας ότι ίσως κατακτήσει και ένα χρυσό αγαλματάκι.
clickatlife
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου