Λίμνη Κρεμαστών : 50 χρόνια μετά… ένα οδοιπορικό στο χώρο και το χρόνο!
Το τίμημα της Ανάπτυξης
Αν στο μύθο της αρχαιότητας ο Ηρακλής νικώντας τον μεταμορφωμένο σε ταύρο Αχελώο, παίρνει το κέρας σαν σύμβολο της αφθονίας, στα Κρεμαστά η γνώση και η τεχνολογία στα χέρια των ανθρώπων που δούλεψαν εκεί μεταμορφώνουν την ορμή του σε ηλεκτρικό ρεύμα και τα νερά του σε μια τεράστια λίμνη, αλλάζοντας οριστικά το τοπίο και τη ζωή των ανθρώπων που κατοικούσαν κοντά του.
Από το 1955 η Ελλάδα προσπαθεί να επουλώσει τις πληγές της με πρώτη προτεραιότητα σ΄ ολόκληρη την ελληνική επικράτεια τον εκτεταμένο εξηλεκτρισμό της χώρας. Ανάμεσα στα φαράγγια και τα βουνά της ηπειρωτικής Ελλάδας δημιουργούνται γαιοφράγματα και λίμνες που αλλάζουν οριστικά την εικόνα της. Το «ιδανικό» της εκβιομηχάνισης προσθέτει στο ελληνικό τοπίο νέα ιδεολογικά σύμβολα που εξυμνούν το βιομηχανικό πολιτισμό και τις αρετές της τεχνολογίας. Η μονόπλευρη ανάδειξη της νησιωτικής Ελλάδας που θεμελίωσε η μεταπολεμική τουριστική πολιτική, αγνοούσε την ομορφιά της άλλης Ελλάδας που σιγά–σιγά σήμερα ανακαλύπτουμε.
Πριν την έναρξη του έργου ο χώρος των Κρεμαστών και ότι κάλυψαν τα νερά της λίμνης είναι ένα κράμα όπου γη, άνθρωπος, παραδόσεις και το ίδιο το ποτάμι συνθέτουν ένα ενιαίο, σχεδόν κλειστό σύνολο. Η περιοχή διαθέτει μια απαράμιλλη φυσική ομορφιά και παρ’ ότι είναι φορτωμένη με σημαντικά ιστορικά, πολιτιστικά και θρησκευτικά μνημεία, παραμένει αθέατη και αναξιοποίητη.
Αυτές τις εικόνες του φυσικού χώρου διαδέχονται εκείνες όπου η περιοχή αποψιλώνεται και το τοπίο τεμαχίζεται. Στα Κρεμαστά η φυσική αγριάδα του τοπίου αντιδιαστέλλεται με την επιβλητικότητα του συνεχούς υψούμενου φράγματος και των εργοταξίων που το περιβάλλουν. Γερανοί, βαριά μηχανήματα, αδρανή υλικά, συνθέτουν ένα τραυματισμένο τοπίο με την αθέατη πλευρά που αφορά τη συμμετοχή και των ντόπιων στο έργο.
Τα έργα στα Κρεμαστά σημάδεψαν με θετικές και αρνητικές επιπτώσεις έναν κόσμο που για αιώνες μέχρι τότε ζούσε έτσι όπως ο καθένας ήξερε και μπορούσε με τις παραδοσιακές ασχολίες, τα αγροτικά και την κτηνοτροφία. Όμως η εποχιακή αναζήτηση δουλειάς στο φράγμα, παράλληλα με τις ασχολίες τους σιγά- σιγά τους οδηγεί σε σταθερότερη εργασία, κάνοντας συνολικά επαναπροσδιορισμούς που τους απομακρύνει από το χθες.
Η διαδικασία αναζήτησης μεροκάματου και οι συνθήκες εργασίας καθορίζονταν από σημειώματα παραγόντων της εποχής, ανθρώπων των μηχανισμών και της εξουσίας με αντάλλαγμα τη χειραγώγηση και τον έλεγχο. Το Αγρίνιο αποτέλεσε το κέντρο διερχομένων για τα Κρεμαστά, από εκεί δίνονταν τα σημειώματα για τις εταιρίες όπου η παντοδυναμία του εργοδηγού και του επιστάτη ήταν αδιαμφισβήτητη.
Κάποια οικήματα στον οικισμό πάνω από το φράγμα αλλά και κοντά σ’ αυτό δέχονταν να ξεκουράζουν τα κουρασμένα απ’ τη δουλειά κορμιά των εργατών που συνωστίζονταν σ’ αυτά χωρίς όρια. Μια συμβίωση προβληματική, άνθρωποι από κάθε γωνιά της Ελλάδας, κουβαλώντας ο καθένας τα δικά του βάσανα, συνυπήρχαν σε ασυντήρητα κτήρια, όπου οι πόρτες γίνονταν κρεβάτια και όταν έφευγε ο ένας για βάρδια, πήγαινε να κοιμηθεί ο άλλος. Από το ξεκίνημα των έργων η «Astoria», ένα καφέ-μπαρ στον οικισμό πάνω από το φράγμα ήταν μετά την δουλειά, ο τόπος συνάντησης των συμπατριωτών μας για επικοινωνία, ένα τηλεφώνημα. Να πάρουν ή να στείλουν κάποιο μήνυμα ή λίγα χρήματα στην οικογένεια, στα χωριά μας που όλο και κάποιος πήγαινε ή έρχονταν.
Οι συγκρούσεις ήταν καθημερινό φαινόμενο. Για εργατική νομοθεσία και δικαιώματα ούτε λόγος. Η περιοχή μας παρά τους τραυματισμούς και τις αναπηρίες συμπατριωτών δεν θρήνησε θύματα, από άλλες περιοχές όμως, άνθρωποι στοίχειωσαν με το αίμα τους το έργο φτάνοντας, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΔΕΗ, τους 30 νεκρούς τουλάχιστον!!! Η λαϊκή μας μούσα εκφρασμένη από άγνωστους παραδοσιακούς τραγουδοποιούς και οργανοπαίκτες αποτύπωσε αυτό τον τραγικό απολογισμό σε ένα 45αρι δισκάκι της εποχής του pic-up τότε και γινόταν ανάρπαστο τόσο απ’ τους εργάτες του τεράστιου αυτού έργου όσο και από τους κατοίκους στην περιοχή μας, «Κακό μεγάλο έγινε στα έργα του Αχελώου, σκοτώθηκαν πολλά παιδιά μέσα στις γαλαρίες…..»
Χαρακτηριστικό δείγμα υποτίμησης των μέτρων ασφαλείας και της ανθρώπινης ζωής από την ίδια την πολιτεία εκείνα τα …δίσεκτα χρόνια, ήταν η αντιμετώπιση μιας αυθόρμητης απόπειρας διαμαρτυρίας μετά από εργατικό δυστύχημα με ένα νεκρό στα έγκατα μιας από τις γαλαρίες όπου έφερε την Επιθεώρηση Εργασίας μόνο μέχρι τα γραφεία της εταιρίας στον οικισμό Ορφανού πάνω από το φράγμα και όχι στον τόπο του δυστυχήματος, ενώ έξω από τη γαλαρία ο εργοδηγός απ’ τη μια πλευρά της εισόδου και ο ταμίας της εταιρίας απ’ την άλλη, διάβαζαν τα ονόματα της βάρδιας και οι εργαζόμενοι στη σειρά είχαν να επιλέξουν αν θα μπουν μέσα για δουλειά ή θα περάσουν απ’ τον ταμία για εξόφληση και απόλυση. Για σωματείο βέβαια ούτε λόγος, εκείνα τα χρόνια κάθε κίνηση για συνδικάτο ήταν αδιανόητη όχι μόνο από τους εργοδότες, αλλά από τον ίδιο τον κρατικό μηχανισμό.
Σε αυτή την σειρά έξω από την γαλαρία που έπρεπε «να αποφασίσω με το πιστόλι στον κρόταφο» βρέθηκα ό ίδιος ο γράφων σαν εργαζόμενος, σε μια τρυφερή ηλικία, βίαιης ωρίμανσης που σημάδεψε τη ζωή μου και την αντίληψη μου για τον κόσμο, το δίκιο και το άδικο, τα εργατικά δικαιώματα, στη δεύτερη φάση των έργων που συνεχίστηκαν για χρόνια και μετά την λειτουργία του φράγματος και την δημιουργία της λίμνης.
Η ολοκλήρωση του έργου υπογραμμίζεται απ’ την κυριαρχία των πυλώνων που θα μεταφέρουν το ρεύμα, τις συντεταγμένες σήραγγες εκτροπής, την εγκατάσταση του εργοστασίου παραγωγής, τον τεράστιο υπερχειλιστή.
Το φράγμα δεν είναι μόνο ένα κολοσσιαίο έργο. Η κατασκευή του συνεργεί στη γένεση ενός καινούργιου τοπίου, καθώς η τεχνητή λίμνη δημιουργεί απρόβλεπτους νέους φυσικούς συσχετισμούς. Ο άνθρωπος, βέβαια, από την αρχαιότητα επιχειρούσε το δυναμικό έλεγχο των φυσικών στοιχείων με αναπόφευκτες κοινωνικές και αισθητικές συνέπειες. Έτσι και η δημιουργία της λίμνης γεννά ταυτόχρονα βίαιες ανατροπές, διαταράσσει τον κοινωνικό ιστό και θέτει αναπάντητα ερωτήματα κατά πόσο ορίζεται φυσικό τοπίο αυτό που απαρτίζεται από φυσικά στοιχεία αλλά δεν είναι, όμως, αποτέλεσμα φυσικής διαδικασίας.
Ο Ξεριζωμός
Πολλοί που ο τόπος τους θα χάνονταν κάτω απ’ τα νερά της λίμνης έπρεπε να αποφασίσουν για το μετά.
Ο χρόνος και η λήθη τείνει να σβήσει απ’ τις μνήμες μας τις συγκλονιστικές εικόνες μιας βίαιης ανατροπής και να χαθεί έτσι μία σημαντική πλευρά της ιστορίας των κατοίκων της περιοχής μας. Ο ξεριζωμός των χωριών μας που βρίσκονται στην κοίτη του Αχελώου με τους παραποτάμους του και μέσα στα προβλεπόμενα όρια της στάθμης της λίμνης , ήταν μια σκληρή δοκιμασία. Τα παιδιά μας πρέπει να ξέρουν ότι κάτω απ’ τη σημερινή ομορφιά της λίμνης, που η φύση δημιούργησε ξανά και μπορούν σήμερα να χαίρονται, υπάρχουν θαμμένα χωριά, υπάρχουν τα δάκρυα των ανθρώπων που ξεριζώθηκαν βίαια απ΄ τον τόπο τους, πληρώνοντας το τίμημα του εξηλεκτρισμού και της ανάπτυξης της σημερινής σύγχρονης Ελλάδας.
Το 1963 με την ολοκλήρωση του φράγματος για όσους είχαν χωράφια ή σπίτια που θα έπνιγε η λίμνη, άρχισε η διαδικασία καταγραφής των περιουσιακών τους στοιχείων προκειμένου να αποζημιωθούν. Την ίδια χρονιά η περιοχή μας δοκιμάζεται από πρωτοφανείς πλημμύρες, χωριά ολόκληρα χάνονται κάτω από την λάσπη παίρνοντας μαζί τους για πάντα ανθρώπους, όπως στο Μικρό Χωριό, ένα κομμάτι της Τατάρνας, το παλιό χωριό Παλιοκάτουνο, τα Κέδρα και πολλά άλλα, ενώ ο Αχελώος τεράστιος και αγέρωχος δέχεται όλο αυτό τον όγκο νερού, χωρίς αντιπλημμυρικά έργα, πνίγει στη λάσπη τον κάμπο της κοιλάδας του κι ένα μεγάλο μέρος απ΄ τα χωράφια που υπήρχαν εκεί δεν ξεχωρίζουν για να καταγραφούν. Τίτλοι ιδιοκτησίας δεν υπάρχουν και πολλά απ’ αυτά χαρακτηρίζονται σαν ιδιοκτησίας « ελληνικού δημοσίου». Αρκετοί συμπατριώτες μας οδηγούνται μέσω των κομματαρχών στα γραφεία των πολιτικών παραγόντων στη γνωστή πελατειακή λογική και σε ένα όργιο επιλεκτικών διευθετήσεων.
Η αυθαίρετη καταγραφή και αποτίμηση των αποζημιώσεων απ’ τη ΔΕΗ ξεσήκωσε αντιδράσεις και διοργανώνεται συλλαλητήριο διαμαρτυρίας στη γέφυρα στο χωριό Σίδερα της Επισκοπής όπου συμμετέχουν όλα τα χωριά που ξεριζώνονταν και έχαναν τις περιουσίες τους. Όμως το μετεμφυλιοπολεμικό κλίμα της εποχής δεν επιτρέπει τέτοιες «οχλοκρατικές και ύποπτα καθοδηγούμενες εκδηλώσεις» κατά της «καθεστηκυίας και εννόμου τάξεως». Τα τάγματα εφόδου της Χωροφυλακής επιτίθενται στους διαδηλωτές βάναυσα με δακρυγόνα και συλλήψεις και οδηγούν πολλούς στα κρατητήρια και τις φυλακές με βαριές κατηγορίες. Έτσι ένας αγώνας για να έχουν και οι ίδιοι οι κάτοικοι λόγο στον ξεριζωμό τους καταστέλλεται πριν ξεκινήσει…
Χαρακτηριστικό στοιχείο που καταγράφει και τη νοοτροπία της εποχής, ιδιαίτερα όσων έχαναν τα σπίτια τους, είναι οι εναλλακτικές προτάσεις της ΔΕΗ για αποκατάσταση των πληγέντων στον κάμπο του Αγρινίου, και κυρίως στα χωριά Μεγάλη Χώρα, Τριαντέικα, κ. α. όπου σήμερα ζουν και προοδεύουν οι συμπατριώτες μας και οι επίγονοι τους. Κυκλοφορούσαν στα χωριά μας οι κατόψεις των σπιτιών που η ΔΕΗ αναλάμβανε την υποχρέωση να παραδώσει στους δικαιούχους όπου προέβλεπαν ένα ή δυο δωμάτια, κουζίνα και λουτρό. Με το δικό μας χαρακτηριστικό τρόπο διακωμωδούνταν ιδιαίτερα η ύπαρξη λουτρού (wc) μέσα στο σπίτι και εκφράζονταν η βεβαιότητα ότι όλα αυτά είναι παραμύθια και ότι τίποτα δεν πρόκειται να γίνει, γι’ αυτό καλά θα κάναμε να προτιμήσουμε τις αποζημιώσεις σε χρήμα. Πολλοί με διάφορους τρόπους πέτυχαν και τα δύο, άλλοι προτίμησαν τα χρήματα. Η περιοχή μας βγαίνοντας μόλις από μια ανταλλακτική οικονομία όπου οι ανάγκες καλύπτονταν κύρια με ανταλλαγές προϊόντων και ο κόσμος δεν ήταν ιδιαίτερα εξοικειωμένος με χρήματα και μάλιστα μεγάλα ποσά, για ένα διάστημα είχαμε διάφορα κωμικοτραγικά φαινόμενα αλόγιστης σπατάλης αυτών των χρημάτων χωρίς να πιάσουν τόπο και να αξιοποιηθούν σωστά, ευτυχώς από λίγους.
Οι μπουλντόζες αρχίζουν το γκρέμισμα, τα σπίτια ισοπεδώνονται και μόνο οι εκκλησίες παραμένουν όρθιες από το… «φόβο των Αγίων». Οι άνθρωποί μας μαζεύουν το κουράγιο τους και ότι μπορούν να πάρουν μαζί τους αναζητώντας νέους τόπους να στεγάσουν τα όνειρά τους Οι εικόνες είναι συγκλονιστικές: Οι άνθρωποι αρνούνται την οπισθοχώρηση της παράδοσης μπροστά στον καλπάζοντα εκσυγχρονισμό του οποίου γίνονται θύματα. Φορτώνουν ότι μπορούν να πάρουν μαζί τους, ακόμα και από τα γκρεμίσματα των σπιτιών τους, όπως ξυλεία, λαμαρίνες, πορτοπαράθυρα. Πολλοί δεν μπορούν να τους αποχωριστούν και ξεθάβουν τα κόκκαλα των νεκρών τους. Νέες πατρίδες τους υποδέχονται για να ξαναπιάσουν το κουβάρι της ζωής τους απ’ την αρχή, όχι όμως όπως ήξεραν, αλλά όπως βρήκαν.
Μαζί με το έργο ισοπέδωσης των κτιρίων, για ένα με δύο χρόνια εκατοντάδες συμπατριώτες μας ανέλαβαν να αποψιλώσουν και να εκμεταλλευτούν τα δάση μέχρι το ύψος της στάθμης που προβλέπονταν να φτάσουν τα νερά της λίμνης. Τσεκούρια, κόφτρες και για πρώτη φορά αλυσοπρίονα αποδεκάτισαν χιλιάδες στρέμματα δάσους με πουρνάρια, αριές, βαλανιδιές, πλατάνια και άλλα είδη ξυλείας για την παραγωγή καυσόξυλων και ξυλοκάρβουνου που αναπτύχτηκε σε συνεταιριστική βάση και για πολλά χρόνια αργότερα συνεχίστηκε σαν μια παράλληλη δραστηριότητα και συνέβαλλε στην τοπική οικονομία.
Η λίμνη άρχισε να κατακλύζει μέρα με τη μέρα τον τόπο. Κάτω απ’ τα νερά της χάνονται για πάντα σημαντικά μνημεία, γεφύρια, εκκλησίες, μοναστήρια, σπίτια, χωράφια, αλώνια. Από τα διάφορα ξάγναντα στα υψώματα περιφερειακά της λίμνης, οι άνθρωποι καθημερινά παρακολουθούν την άνοδο της στάθμης και αποχαιρετούν με σπαραγμό αγαπημένα μέρη συνδεδεμένα απόλυτα με την ζωή τους και την ύπαρξη τους. Οι ξεριζωμένοι σφραγίζουν με ένα τελευταίο θολό απ’ τα δάκρυα βλέμμα τον τόπο τους που θα διατηρείται μόνο στη μνήμη. Οι ηλικιωμένοι δεν θα ξαναγυρίσουν για να ταφούν στα χώματα που έζησαν.
Σε λίγο πάνω απ’ τα σπίτια και τα αγαπημένα μέρη θα περνά ένα φέρυ-μπόουτ για να τους μεταφέρει με τα τελευταία υπάρχοντά τους στο νέο τόπο που εγκαθίστανται. Τους δρόμους που διέκοψε η λίμνη αναλαμβάνουν τώρα να συνδέσουν τούτα τα φέρυ-μπόουτ. Δύο, τα μεγαλύτερα που ναυπηγήθηκαν επί τόπου, θα εξυπηρετήσουν με πορθμείο (για χρόνια μέχρι να ολοκληρωθεί η κατασκευή της γέφυρας Επισκοπής) τον οδικό άξονα Καρπενησίου- Αγρινίου. Υπάρχουν ακόμα οι προβλήτες κάτω από το χωριό Αι Γιώργης από την πλευρά της Ευρυτανίας και πάνω από το πνιγμένο χωριό Αι Βασίλης από την πλευρά την Αιτωλ/νίας. Τα δύο μικρότερα φέρυ, κάθε Δευτέρα και Παρασκευή ξαναζωντανεύουν τις αυτοσχέδιες προβλήτες των παραλίμνιων χωριών από ανθρώπους που ακόμα δεν το παίρνουν απόφαση και πηγαινοέρχονται ανάμεσα στον παλιό και στον νέο τόπο διαμονής, μαζί με ζώα και πράγματα μέχρι την κατασκευή της γέφυρας Τατάρνας, ενός έργου με παγκόσμια κατασκευαστικά ρεκόρ και τεράστιο κόστος για την εποχή, που θα μπορούσε να ονομάζεται και «γέφυρα της ντροπής» αφού για 15 ολόκληρα χρόνια παρέμενε ανεκμετάλλευτη χωρίς δυνατότητες πρόσβασης και οδικής σύνδεσης και από τις δύο πλευρές της.
Το δρομολόγιο ξεκινά το πρωί από την προβλήτα του Αι Βασίλη και συνδέει τα χωριά της Ευρυτανίας με αυτά του Βάλτου φτάνοντας μέχρι τη Σιβίστα και τα στενά παλιά περάσματα του Αχελώου στο δρόμο για Εμπεσό. Επιστρέφει σε μια αντίστροφη πορεία το απόγευμα στον Αι Βασίλη με ανταπόκριση λεωφορείου για το Αγρίνιο. Οι ανύπαρκτοι δρόμοι της Ευρυτανίας και το μακρινό Καρπενήσι αναδείχνει τη νέα συγκοινωνία σαν τη σωτήρια λύση επικοινωνίας για τα παραλίμνια χωριά, ενώ δεν είναι λίγα τα δρομολόγια εκτάκτου ανάγκης με τα αυτοσχέδια φορεία στους ώμους των κατοίκων για να μεταφέρουν ασθενείς στις προβλήτες.
Το δρομολόγιο ξεκινά το πρωί από την προβλήτα του Αι Βασίλη και συνδέει τα χωριά της Ευρυτανίας με αυτά του Βάλτου φτάνοντας μέχρι τη Σιβίστα και τα στενά παλιά περάσματα του Αχελώου στο δρόμο για Εμπεσό. Επιστρέφει σε μια αντίστροφη πορεία το απόγευμα στον Αι Βασίλη με ανταπόκριση λεωφορείου για το Αγρίνιο. Οι ανύπαρκτοι δρόμοι της Ευρυτανίας και το μακρινό Καρπενήσι αναδείχνει τη νέα συγκοινωνία σαν τη σωτήρια λύση επικοινωνίας για τα παραλίμνια χωριά, ενώ δεν είναι λίγα τα δρομολόγια εκτάκτου ανάγκης με τα αυτοσχέδια φορεία στους ώμους των κατοίκων για να μεταφέρουν ασθενείς στις προβλήτες.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ιδιαίτερα σημαντική στην διαφύλαξη της ιστορικής μνήμης, των τοπίων και των πολιτιστικών και ιστορικών μνημείων που χάθηκαν καθώς και της τραγικότητας των στιγμών αυτής της βίαιης ανατροπής είναι οι φωτογραφίες και το υλικό έτσι όπως καταγράφηκε και σώζεται από τον αείμνηστο Κώστα Μπαλάφα, έναν από του μεγαλύτερους Έλληνες φωτογράφους της Εθνικής μας Αντίστασης και της μεταπολεμικής Ελλάδας. Μεγάλο μέρος αυτού του υλικού διατέθηκε από τον φωτογράφο στο Μουσείο Φωτογραφίας της Θεσσαλονίκης και παρουσιάστηκε σε σχετική έκθεση πριν περίπου μια δεκαετία με τίτλο «Τα αντίρροπα ρεύματα του Αχελώου». μερικές από τις οποίες δημοσιεύουμε.
Οι ανατροπές όμως στη ζωή μας σαν συνέπεια αυτού του τεράστιου έργου δεν σταματούν εδώ. Ο σχηματισμός της λίμνης βάζει σε νέες περιπέτειες τον τόπο μας, αφού οι γεωλογικές μεταβολές που συντελούνται κατά την δημιουργία της δημιουργούν τοπικούς σεισμούς και νέα δεινά σε όσους απόμειναν στα χωριά μας. Ένα νέο κύμα ξεριζωμένων δίνει την χαριστική βολή που μαζί με την φτώχεια επιδεινώνουν την εγκατάλειψη με μία ανεπίστροφη πορεία μέχρι σήμερα. Χρόνο με το χρόνο οι κάτοικοι λιγοστεύουν, οι νέοι μας αναζητούν μια καλλίτερη ζωή μετανάστες στο εξωτερικό και στα μεγάλα αστικά κέντρα ή στο Καρπενήσι όπου τους παραχωρούνται οικόπεδα και κάποια δάνεια για να στεγαστούν. Νέες οικογένειες δημιουργούνται πλέον σπάνια, τα σχολεία κλείνουν, στα μελαγχολικά καφενεία και στις πλατείες λίγοι απόμαχοι συνθέτουν ένα σκηνικό εγκατάλειψης και παρακμής.
Τα μετέπειτα χρόνια της ψεύτικης ευημερίας και των επιδοτήσεων δεν στάθηκαν ικανά να αλλάξουν την μοίρα του τόπου. Το όνειρο του διορισμού στο δημόσιο που συντήρησαν και εξέθρεψαν οι ίδιοι πολιτικοί που μας κουνούν σήμερα το δάκτυλο για τους δημοσίους υπαλλήλους και ψηφίζουν «ναι σε όλα» για... να μας σώσουν, δρούσε αποτρεπτικά στο να δημιουργηθούν υποδομές και προϋποθέσεις για να πιστέψουν όσοι παρέμειναν η ήθελαν να επιστρέψουν και να αξιοποιήσουν με τον κόπο τους. τις όποιες νέες αναπτυξιακές δυνατότητες που διέθετε η περιοχή.
Σήμερα με τις μνημονιακές πολιτικές, όλα αυτά τα έργα που κόστισαν τόσες δαπάνες, στερήσεις και πόνο για τον εξηλεκτρισμό και την αναγκαία ανάπτυξη της χώρας μας, παραδίνονται βορά στα νύχια των διεθνών κερδοσκόπων απατεώνων που αποκαλούνται επενδυτές από τους ντόπιους εκπροσώπους τους, πωλούνται όσο-όσο διαψεύδοντας τις ελπίδες όσων θυσιαστήκαν στο βωμό για την αυτοδύναμη ανάπτυξη και για την ανεξαρτησία της χώρας μας. Τα υδροηλεκτρικά φράγματα και ολόκληρη η ΔΕΗ παραδίδονται στα ιδιωτικά συμφέροντα μαζί με όλες τις πλουτοπαραγωγικές πηγές, τη δημόσια περιουσία και όλα αυτά ονομάζονται σωτηρία της χώρας μας. Τι και αν δεκάδες χιλιάδες νοικοκυριά κάθε χρόνο μετά τα μνημόνια, ξαναγυρίζουν στη λάμπα πετρελαίου και στην ξυλόσομπα, τι και αν το ρεύμα το νερό και άλλες παροχές όπως η παιδεία, η υγεία, από κοινωνικά αγαθά γίνονται εμπόρευμα, τι και αν το αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής μας οδηγεί σε βαθύτερη ύφεση και ανεργία, γι’ αυτούς τώρα είναι η ευκαιρία και δεν θα την χάσουν, οι συνέπειες δεν τους αφορούν, αυτές αφορούν εμάς τα θύματα της πολιτικής τους. Γι’ αυτούς υπέρτατη αξία πάνω από τις ζωές μας είναι το κέρδος, έτσι αντιλαμβάνονται τη «σωτηρία της χώρας» πάνω στα συντρίμμια της κοινωνίας. Αυτή όμως είναι και η σταγόνα που θα ξεχειλίσει το ποτήρι της οργής μας για να παρασύρει τα φράγματα και τις όποιες ακόμα αναστολές και ψευδαισθήσεις μας συγκρατούν και ανεχόμαστε μια καταστροφή που ξαναγυρίζει τη ζωή μας πίσω σε κείνα τα χρόνια και που ξεδιάντροπα την ονομάζουν «σωτηρία». Θέλω να πιστεύω ότι δεν θα είναι μακριά αυτή η μέρα.
ΥΓ. Το άρθρο αυτό πρωτοδημοσιεύτηκε το 2003 στο περιοδικό «Απεραντιακά» τεύχος 102 από τον Θωμά Κώτσια υπεύθυνο έκδοσης του περιοδικού και μέλος τότε του Δ.Σ. του Συλλόγου Απεραντίων, αναφέρονταν όμως στα όρια του τ. Δήμου Απεραντίων. Σήμερα στη μνημονιακή εποχή των μεγάλων ανατροπών και του ξεπουλήματος της ΔΕΗ, το άρθρο βελτιωμένο απ’ τον ίδιο με περισσότερα στοιχεία και γενικότερες αναφορές στο σύνολο της περιοχής μας, δημοσιεύεται στο ιστολόγιο "Ευρυτάνας ιχνηλάτης" με αφορμή και τα 50 χρόνια από την μεγάλη κοινωνική και περιβαλλοντική ανατροπή που έφερε στη Δυτική Ευρυτανία και την γειτονική μας Αιτωλοακαρνανία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου