Το πρώτο μέρος του βιβλίου ξεκινά με μια υποβλητική περιγραφή της ατμόσφαιρας που επικρατεί στη μεγάλη κεντρική αίθουσα του παιχνιδιού που ο συγγραφέας αποκαλεί Αίθουσα των Στεναγμών. Μια ονομασία που ανταποκρίνεται στις αγωνίες και στα πάθη των
παικτών, στην έξαψη και στη συντριβή της προσδοκίας για μεγάλα κέρδη. Στο ίδιο κεφάλαιο παρουσιάζονται σχεδόν πάντα με χιουμοριστικό αλλά ενίοτε και με καυστικό ύφος μερικοί από τους χαρακτηριστικότερους τύπους παικτών μαζί με όλο το ρεπερτόριο από τα κουσούρια και τις αυταπάτες τους, τις προλήψεις και τις εμμονές τους.
Το δεύτερο μέρος αφορά την παρουσία της ρουλέτας στη λογοτεχνία και τον ιδιαίτερο τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουν το παιχνίδι και τον ίλιγγο που προξενεί στον παίκτη μια σειρά σπουδαίων συγγραφέων: Ο Μαίτερλιγκ, ο Ζέμπαλντ, ο Μαλρώ, ο Πύνσον και ο Ντοστογιέφσκι. Εδώ κυριαρχεί η ανάλυση των βαθύτερων κινήτρων που ωθούν τον παίκτη σε μια απελπισμένη αναμέτρηση μ’ έναν ανίκητο αντίπαλο. Εξετάζεται η φύση αυτής της ροπής προς το ανεκπλήρωτο, τα μεταφυσικά ρίγη που γεννά και οι ψυχικές δοκιμασίες που αναπόφευκτα περιμένουν τον παίκτη αφού με κάθε στροφή της μπίλιας πλησιάζει τον γκρεμό.
Το τρίτο μέρος είναι αυστηρά θεωρητικό, εκθέτει τη δομή του παιγνίου της ρουλέτας και παρουσιάζει κριτικά μερικές από τις πιο σημαντικές κοινωνιολογικές εργασίες για την αρχέγονη σχέση του ανθρώπου με τα παιχνίδια. Το μέρος αυτό πορίζεται τα συμπεράσματά του από την θεωρία των πιθανοτήτων, τη στατιστική και την θεωρία των παιγνίων ενώ ιδιαίτερη σημασία αποδίδεται στα συστήματα δυναμικής αστάθειας και στη θεωρία του πολέμου όπως την εισηγείται ο Παναγιώτης Κονδύλης.
Το βιβλίο ολοκληρώνεται με ένα παράρτημα στο οποίο ο συγγραφέας καταγράφει 37 επιτόπιες παρατηρήσεις που συνέλεξε από το τραπέζι της ρουλέτας και σχολιάζει μια ποικιλία συστημάτων παιχνιδιού και τους βασικούς στοιχηματικούς τύπους που αντιστοιχούν σε αυτά τα συστήματα.
Το ενδιαφέρον στο βιβλίο του Λογοθέτη είναι ότι συνθέτει σε ενιαίο κείμενο τέσσερα διαφορετικά είδη λόγου: λογοτεχνία, δοκίμιο, μελέτη και μαρτυρία. Το καζίνο, αυτή «η εκκλησία του ταπεινού πάθους», κατά τη διατύπωση του συγγραφέα, αντιμετωπίζεται λοιπόν πολυπρισματικά αλλά το σημαντικότερο είναι ότι η κεντρική θέση του συγγραφέα διαλύει μια ευρύτατα διαδεδομένη παρεξήγηση: «Η ελπίδα», γράφει, «φωλιάζει σε μέρη που προεξοφλούν την οριστική της εξουθένωση». Εκεί ο παίκτης δεν παίζει μόνο για τα λεφτά, όσο κι αν έτσι πιστεύει ο ίδιος, «αναζητά κάποιο πάθος στο καρδιακό ρίγος, λίγο πνεύμα στον απνευμάτιστο κόσμο, λίγη μαγεία μετά την απομάγευσή του».
Στην εποχή του χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού όπου όλα είναι τζόγος, καταλήγει ο Λογοθέτης «το καζίνο αποτελεί το αποστακτήριο του παρηκμασμένου καπιταλιστικού πνεύματος. Ο παίκτης, εξωθείται από το παιχνίδι της κινδυνεύουσας ύπαρξης στο στοίχημα του κέρδους… παίζει με τα λεφτά και για τα λεφτά επειδή δεν βρίσκει έξοδο στο παιχνίδι με τη ζωή και για τη ζωή… Ολόκληρη η κοινωνία τζογάρει στο άγριο και φανταχτερό τίποτα, πρόθυμη να σκύψει τον αυχένα στον βωμό του μηδενός».
Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Sestina
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου