Το κοινό μοντέλο πού αναδύεται από τη χιττιτική, ελληνική και ρωμαϊκή τελετουργία και τούς αντίστοιχους μύθους είναι βέβαια πολύ οικείο, εκείνο τού «αποδιοπομπαίου τράγου». Ο όρος αυτός έχει γίνει τόσο οικείος, ώστε μερικοί ούτε καν θυμούνται ότι κατάγεται από μια τελετουργία πού περιγράφεται στην ........
...Παλαιά Διαθήκη, το Γιόμ Κιππούρ, την Ημέρα της Εξιλέωσης. Δύο τράγοι παραδίδονται «από την κοινότητα» στον ιερέα ως θυσία εξαγνισμού. Ο ιερέας ρίχνει κλήρους για τούς δύο τράγους στο ιερό, προορίζοντας τον ένα για τον Γιαχβέ, τον άλλο για τον Άζαζέλ. Εκείνος τού Γιαχβέ θυσιάζεται με τον κανονικό τρόπο, ο άλλος του στήνεται ζωντανός μπροστά στο ναό, και ό μεγάλος ιερέας ακουμπά και τα δύο του χέρια πάνω στο κεφάλι τού τράγου και εξομολογείται τις αμαρτίες τού Ισραήλ για να βάλει τις αμαρτίες επάνω στο κεφάλι τού τράγου, μετά ο τράγος παραδίδεται σ’ έναν άνθρωπο, πού τον πηγαίνει μακριά στην έρημο και τον αφήνει εκεί. Σύμφωνα με την παράδοση της Μίσνα, δενόταν γύρω από τα κέρατα τού τράγου μια σκούρα κόκκινη κλωστή, την οποία έκοβαν λίγο πριν τον ρίξουν σε έναν γκρεμό. Πριν επιστρέψει, ο άνθρωπος έπρεπε να λουστεί και να πλύνει τα ρούχα του.
Κανείς δεν ξέρει ποιος είναι ο Αζαζέλ, και προφανώς αυτό είναι τελείως ασήμαντο. Ο τράγος, για να χρησιμοποιήσω τις λέξεις του Λίβιου, μεταφέρει την πανούκλα από τη μία παράταξη στην άλλη. Ο Αζαζέλ έχει τη θέση αυτής της «άλλης» παράταξης, σε αντίθεση με τον Γιαχβέ και το λαό του, όπως η έρημος είναι το αντίθετο από τούς εύφορους αγρούς των ανθρώπων, έργα ανθρώπων, όπως έλεγαν οι αρχαίοι Έλληνες. Το κακό πού μεταφέρεται είναι οι «αμαρτίες» στο Λευιτικό, αντί για τούς πιο συγκεκριμένους κινδύνους της μάχης ή της πανούκλας στις άλλες περιπτώσεις. Αυτό είναι ένα μεγάλο βήμα εσωτερικοποίησης της θρησκείας, «από τον πολιτισμό της ντροπής στον πολιτισμό της ενοχής», αλλά χρησιμοποιεί ακόμα ένα εξωτερικό, τελετουργικό μοντέλο πού είναι πολύ γενικότερο και παλιότερο.
Είναι γνωστό ότι το ελληνικό αντίστοιχο του αποδιοπομπαίου τράγου είναι ο φαρμακός. Παρόλο πού δεν έχει γίνει παροιμιώδης όπως ο αποδιοπομπαίος τράγος, το θέμα του φαρμακού έχει προσελκύσει την προσοχή των μελετητών για αρκετό καιρό, ιδιαίτερα επειδή φαίνεται να ξεπροβάλλει, μέσα από τα χρόνια της ακμής του ελληνικού πολιτισμού, o εφιάλτης της ανθρωποθυσίας, και μάλιστα σε μια γιορτή του Απόλλωνα, τα Θαργήλια, μια γιορτή κοινή και χαρακτηριστική των Ιώνων και των Αθηναίων. Οι πιο αλλόκοτες λεπτομέρειες είναι γνωστές από την Κολοφώνα του 6ου αιώνα μέσω των λοιδοριών του Ίππώνακτος του Κολοφωνίου. Άλλες μαρτυρίες έχουμε από τα Άβδηρα, καθώς και απo την Αθήνα της κλασικής εποχής. Στην Κολοφώνα, ένα ιδιαίτερα απωθητικό πρόσωπο διαλεγόταν ως φαρμακός. Αφού του έδιναν να φάει, τον μαστίγωναν με κλαδιά συκιάς και κρομμυδόσκιλλας, και τον έβγαζαν έξω από την πόλη. Ο Τζέτζης λέει ότι τελικά τον έκαιγαν, άλλα αυτό πρέπει να αποτελεί παρεξήγηση. Στα Άβδηρα πληρώνουν κάποιον κακόμοιρο φτωχό για τον εξαγνισμό. Τον ταΐζουν καλά, και την καθορισμένη ημέρα τον πηγαίνουν έξω από την πόλη, γύρω γύρω απo τα τείχη της και μετά τον κυνηγούν πέρα από τα σύνορα με πέτρες.
Στην Αθήνα διαλέγονται δύο άσχημα πρόσωπα, στολίζονται με μια αρμαθιά σύκα και διώχνονται ως φαρμακοί. Στη Μασσαλία μια παρόμοια τελετουργία εκτελούνταν όχι κάθε χρόνο, άλλα σε ειδικές ευκαιρίες, όπως για την αποτροπή της πανούκλας. Κάποιος φτωχός άνθρωπος τρεφόταν καλά με δημόσια δαπάνη για ένα χρόνο, και μετά τον στόλιζαν με κλαδιά, τον έντυναν με «ιερά ενδύματα», τον περιέφεραν γύρω από την πόλη και κατόπιν τον έδιωχναν. Σε κάποιο άλλο μέρος, μάς λένε, έσπρωχναν έναν νεαρό άντρα από έναν γκρεμό και φώναζαν: «Να γίνεις τα απορρίμματα μας», περίψημα .
Οι Έλληνες ονόμαζαν σαφώς αυτή τη διαδικασία κάθαρσιν (εξαγνισμό). Το άτομο πού διωχνόταν ονομαζόταν περίψημα (απόβλητος) ή απλώς κάθαρμα. Τα Θαργήλια ήταν η γιορτή των πρώτων καρπών στην αρχή τού θερισμού. Φαίνεται ότι η πόλη έπρεπε να «καθαριστεί» αυτή την ημέρα, όπως ένα δοχείο καθαρίζεται για να δεχτεί και να αποθηκεύσει τα καινούρια πλούτη η «ζωή», τον βίον, πού προέρχεται από τη σοδειά. Στη Χαιρώνεια έδιωχναν από τις πόρτες τους έναν δούλο πού προσωποποιούσε την «πείνα», τον Βούλιμον Η λέξη φαρμακός ωστόσο, παρόλο πού προφανώς σχετίζεται με το φάρμακο, το «γιατρικό», το «βότανο», είναι πιο μυστηριώδης. Κι ο «απόβλητος», πού αποπέμπεται και διώχνεται μακριά, γίνεται περιέργως αντιφατικός, αν κοιτάξουμε τούς μύθους πού σωστά έχουν συνδεθεί με την τελετουργία: ο Κόδρος, αν και ντυμένος με ρούχα δούλου, είναι ο πιο ευγενικός βασιλιάς και ο Οιδίπους των Θηβών πρέπει να υποστεί την ίδια φριχτή μεταμόρφωση με την ευκαιρία της πανούκλας: ο λαμπρός βασιλιάς μεταβάλλεται σε απεχθή απόβλητο και διώχνεται για να σωθεί ή πόλη. Η τελετουργία τού φαρμακού αποδεικνύεται ότι είναι ταυτόσημη με την τραγωδία τού βασιλιά. Οι Αίνιάνες στη Βόρεια Ελλάδα συνήθιζαν να διώχνουν έναν ταύρο πέρα από τα σύνορά τους, τραγουδώντας ένα τραγούδι πού τού έλεγε ότι δεν έπρεπε ποτέ να γυρίσει πίσω, ενώ υπάρχει ένας μύθος πώς οι Αίνιάνες σκότωσαν με λιθοβολισμό τον βασιλιά τους με αφορμή μια καταστροφική ανομβρία.
Τελετουργίες του αποδιοπομπαίου τράγου, πού απομακρύνουν το κακό με ζώα ή ακόμα και με ανθρώπινα όντα, αναφέρονται σε πολλά μέρη του κόσμου. Οι πιο φρικιαστικές λεπτομέρειες από το υλικό του Golden Bough του Frazer προέρχονται φυσικά από την Ουγκάντα. Άλλα ας μείνουμε στον αρχαίο κόσμο. Οι πολλαπλές διαστάσεις ενός τέτοιου «εξαγνισμού» φανερώνονται στην ιστορία της Παλαιάς Διαθήκης πού πριν από λίγο συσχετίσαμε με τα Θαργήλια, την ιστορία του Δαβίδ και των γιών του Σαούλ: Έπεσε μια ξηρασία για τρία χρόνια και επακολούθησε λιμός. Ο Δαβίδ «ρώτησε τον Κύριο»: συμβουλεύτηκε μια προφητεία, όπως ακριβώς είχε κάνει ο Οιδίπους την εποχή της πανούκλας στη Θήβα, και ή απάντηση και στις δύο περιπτώσεις ήταν ότι υπάρχει ενοχή αίματος στην πόλη. Ή εβραϊκή προφητεία ωστόσο ήταν πιο σαφής από τον θεό των Δελφών. Ονομάτισε το «σπίτι του Σαούλ», γιατί ο Σαούλ πριν από χρόνια είχε δολοφονήσει με δόλο τους Γαβαωνίτες. Ο Δαβίδ πήρε γρήγορα μέτρα. Διάλεξε επτά άντρες από τούς απογόνους του Σαούλ και τούς παρέδωσε στους άλλοτε εχθρικούς Γαβαωνίτες, οι όποιοι, όπως θα περίμενε κανείς, τούς σκότωσαν: «τούς κρέμασαν στο λόφο μπροστά από τον Κύριο», πού σημαίνει σε ένα ιερό τους. Αυτό έγινε «στις αρχές του θερισμού του κριθαριού», δηλαδή ακριβώς την εποχή των Θαργηλίων. Ακολουθεί μια συγκινητική ιστορία για τη μητέρα δύο σκοτωμένων, τη Ρεσφά, πού κοίταζε τα πτώματα επί εβδομάδες, μέχρι πού έπεσε βροχή και τελικά θάφτηκαν. H ξηρασία, όπως φαίνεται, είχε τελειώσει.
H ιστορία μπορεί να βασίζεται σε ένα ιστορικό γεγονός. Οι επιστήμονες, πάντοτε καχύποπτοι, εξέτασαν την πιθανότητα να πρόκειται για ένα απαίσιο κόλπο του Δαβίδ, μια μηχανορραφία χειρότερη κι από τις μακιαβελικές, με την οποία κατάφερε να απαλλαγεί από επτά ενδεχόμενους αντιπάλους του με ένα χτύπημα. Αν έγινε έτσι, χρησιμοποίησε πάντως ένα προκαθορισμένο μοντέλο, μια τελετουργία, και οι αντίπαλοι, οι Γαβαωνίτες, συμφώνησαν με τούς κανόνες του παιχνιδιού. Έχουμε την κατάσταση απελπισίας, την επιλογή εκπροσώπων της κοινότητας πού διώχνονται για να εξοντωθούν από τα χέρια τού εχθρού, με τη σωτηρία εγγυημένη απ’ αυτή τη διαδικασία. Υπάρχει μια μεταλλαγή ρόλων όσον αφορά τον αντίπαλο: η απειλή της πείνας αντικαθίσταται από την πραγματική ωμότητα των εχθρών. Με έναν παρόμοιο τρόπο, πανούκλα και εχθροί υποκαθιστούν το ένα το άλλο στη χιττιτική τελετουργία. Στη διήγηση, ή μοναδική ευκαιρία μιας τρίχρονης ξηρασίας φαίνεται να συμπίπτει με το εποχιακό μοντέλο τού τύπου των Θαργηλίων: ο φριχτός εξαγνισμός της κοινότητας επιτελείται όταν το κριθάρι είναι ώριμο. Βρίσκουμε συγκεντρωμένα σ’ αυτό το παραμύθι εκείνα πού στις ελληνικές μαρτυρίες εμφανίζονται μοιρασμένα σε διαφορετικές περιπτώσεις. Αυτό υπογραμμίζει τη βασική ενότητα τού συνόλου.
Από το βιβλίο του Walter Burkert "Ελληνική μυθολογία και τελετουργία"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου